Σύνταξη: Πολυδεύκης Παπαδόπουλος
Η κατάσταση της ασφάλειας της Ευρώπης στη νέα εποχή που έχει ξεκινήσει δύο χρόνια μετά την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία αναλύεται στην εκπομπή του Πολυδεύκη Παπαδόπουλου «Με το Πρώτο στην Ευρώπη και τον Κόσμο» (Α’ Πρόγραμμα, Σάββατα και Κυριακές 12.00-13.00). Πόσο πραγματικές είναι οι απειλές Τραμπ για μη κάλυψη μελών του ΝΑΤΟ από επίθεση εφόσον δεν μεγαλώνουν την οικονομική συμμετοχή τους στη Συμμαχία, σε τι βαθμό απειλείται πραγματικά η Δύση από τη Ρωσία, μέχρι που μπορεί να φτάσει η αύξηση των αμυντικών δαπανών των ευρωπαϊκών χωρών και τι συνέπειες θα υπάρξουν για τις οικονομίες τους, καθώς και το πόσο εφικτή είναι η στρατιωτική αυτάρκεια της ΕΕ ήταν τα επιμέρους ερωτήματα που συζητήθηκαν με τον Χάρη Παπασωτηρίου, Καθηγητή Διεθνών Σχέσεων και Στρατηγικών Σπουδών στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.
ΠΟΣΟ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΕΣ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΑΠΕΙΛΈΣ ΤΡΑΜΠ ΚΑΙ ΜΕ ΠΟΙΑ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΒΆΣΗ
Στις Ευρωπαϊκές χώρες προκλήθηκε μεγάλη αναταραχή τις προηγούμενες ημέρες μετά τις δηλώσεις Τραμπ πως, εφόσον επανεκλεγεί τον Νοέμβριο, δεν θα υπερασπιστεί τους συμμάχους στο ΝΑΤΟ οι οποίοι δεν θα δαπανούν αρκετά για την άμυνα. Η δήλωση αυτή ήρθε να συνδυαστεί με παλαιότερους υπαινιγμούς του ίδιου πως οι ΗΠΑ υπό την ηγεσία του θα μπορούσαν ακόμη και να αποχωρήσουν από την Ατλαντική Συμμαχία. Όμως πόσο ρεαλισμό έχει κάτι τέτοιο και δεν αποτελεί απλώς πίεση, έως εκβιασμό, ώστε οι ευρωπαϊκές χώρες μέλη να δαπανήσουν περισσότερα για την άμυνά τους, αγοράζοντας μάλιστα στρατιωτικούς εξοπλισμούς σε μεγάλο βαθμό από τις ΗΠΑ, ειδικά στην αεροπορία, σε αντιεροπορικά και βαλλιστικά συστήματα κλπ ; Άλλωστε, κατά τη διάρκεια της προηγούμενης θητείας Τραμπ δεν υπήρξε καμιά συγκεκριμένη πολιτική ή στρατιωτική μεταβολή των ΗΠΑ έναντι του ΝΑΤΟ. Αντιθέτως τα πρώτα χρόνια της θητείας Μπάιντεν οι ευρωπαίοι εταίροι αιφνιδιάστηκαν δύο φορές, με τη βεβιασμένη αποχώρηση των ΗΠΑ από το Αφγανιστάν και τη δημιουργία της συμμαχίας AUCUS στον Ειρηνικό Ωκεανό χωρίς διαβούλευση με την Ευρώπη. Επιπλέον, το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, αν και με ιστορικές τάσεις απομονωτισμού κατά τη διάρκεια του πρώτου μισού του 20ου αιώνα, στη συνέχεια επί Αϊζενχάουερ αλλάζει και είναι αυτό που στη δεκαετία του ’80, την περίοδο Ρήγκαν. είχε τον πιο ενεργό ρόλο στην Ευρώπη αντίκρουσης της τότε ΕΣΣΔ. Eπιπλέον, όχι απλώς η παρουσία, αλλά ο πρωταγωνιστικός ρόλος των ΗΠΑ στο ΝΑΤΟ είναι ο κύριος τρόπος ώστε αυτές να διατηρούν την κυριαρχία τους στο δυτικό στρατόπεδο διαχρονικά. Σήμερα οι ΗΠΑ εξακολουθούν να διατηρούν περίπου 80.000 στρατιώτες σε όλη την Ευρώπη, να διαθέτουν εγκαταστάσεις πυραυλικής άμυνας στην Πολωνία και τη Ρουμανία, ναυτικές βάσεις σε διάφορες χώρες, ενώ έχουν αποθηκευμένα τακτικά πυρηνικά στο Βέλγιο, τη Γερμανία, την Ιταλία, την Ολλανδία και την Τουρκία. Όλα αυτά είναι δυνατόν να φανταστεί κανείς να αναιρούνται ακόμη κι από τον Τραμπ, ειδικά μάλιστα μετά και την ψήφιση νομοσχεδίου από το Κογκρέσο που απαγορεύει σε έναν πρόεδρο να αποχωρήσει μονομερώς από τη Συμμαχία ;
ΣΕ ΤΙ ΒΑΘΜΟ ΦΤΆΝΟΥΝ ΟΙ ΝΕΟΙ ΚΙΝΔΥΝΟΙ ΑΠΟ ΤΗ ΡΩΣΙΑ
Η Ευρώπη βιώνει τη μεγαλύτερη σύγκρουση στο έδαφός της από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και είναι λογικό να αισθάνεται ότι απειλείται. Εκτιμήσεις δυτικών μυστικών υπηρεσιών αναφέρουν ότι το Κρεμλίνο θα μπορούσε να είναι σε θέση να στοχεύσει ένα μέλος του ΝΑΤΟ εντός χρονικού διαστήματος τριών έως πέντε ετών. Οι πληροφορίες αυτές συνδυάζονται με φόβους ότι η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία μπορεί να αντιπροσωπεύει απλώς την πρώτη φάση ευρύτερων ιμπεριαλιστικών φιλοδοξιών. Ωστόσο, πόσο ρεαλιστική βάση μπορούν να έχουν τέτοιοι φόβοι; Kαι δεν πρόκειται απλώς για τη ρητορική ερώτηση που έκανε ο Πούτιν στην περιβόητη συνέντευξή του με τον Αμερικανό δημοσιογράφο Τάκερ Κάρλσον «τι λόγους θα είχαμε να επιτεθούμε π.χ. στην Πολωνία και τις Βαλτικές χώρες». Είναι και η πραγματιστική ερώτηση με ποιά μέσα και δυνατότητες μια χώρα με το μέγεθος της Ρωσίας, αλλά με ένα ΑΕΠ απλώς λίγο μεγαλύτερο από της Ισπανίας, με περιορισμένες συμμαχίες και μέτριο πληθυσμό, με ορισμένες εξελιγμένες μεν οπλικές δυνατότητες αλλά και πολλά κενά και τεχνολογικές υστερήσεις, θα έκανε επίθεση σε μια πανίσχυρη συμμαχία 30 χωρών, με πολλαπλάσιο ΑΕΠ και στρατιωτικά μέσα, μεγάλο αριθμό βάσεων πέριξ της Ρωσίας κλπ. Η περίπτωση της εισβολής στην Ουκρανία αποτελεί ένα σοβαρό προηγούμενο, αλλά αρκετοί αναλυτές δεν παύουν να υπογραμμίζουν πως πρόκειται για μια διαφορετική περίπτωση από πολλές απόψεις. Σε ό,τι δε αφορά τη χρήση των πυρηνικών όπλων εκ μέρους της Ρωσίας και τις σχετικές απειλές που συνήθως εξαπολύει ο Μεντβέντεφ, ο κ. Παπασωτηρίου ερωτάται αν το δόγμα που υπάρχει ακόμη από την ψυχροπολεμική εποχή, πως “δεν μπορούμε να μιλούμε για περιορισμένο πυρηνικό πόλεμο, αλλά κάθε χρήση τέτοιων όπλων αμέσως θα οδηγούσε σε γενίκευση” δεν εξακολουθεί να ισχύει ;
ΠΟΙΕΣ ΣΥΝΈΠΕΙΕΣ ΘΑ ΈΧΕΙ Η ΑΥΞΗΣΗ ΤΩΝ ΑΜΥΝΤΙΚΩΝ ΔΑΠΑΝΩΝ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΧΩΡΩΝ
Παρά τις κριτικές των ΗΠΑ και του Τραμπ, στο τρέχον έτος 18 σύμμαχοι του ΝΑΤΟ βρίσκονται σε πορεία επίτευξης του στόχου για δαπάνες 2% του ΑΕΠ σε επίπεδο συμμαχίας, σε σύγκριση με μόλις τρεις από αυτούς το 2014, ένας από τους οποίους ήταν οι ίδιες οι ΗΠΑ. Πέρσι ακόμη Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία, Ισπανία και Ολλανδία έμειναν κάτω του ορίου του 2%. Τώρα, μεταξύ των χωρών που θα περάσουν το 2% θα είναι και η Γερμανία, για πρώτη φορά μετά την ενοποίηση. Ωστόσο, αυτό που από πολλούς θεωρείται απαραίτητο ταυτόχρονα αναμένεται να έχει και σημαντικό κόστος για τις ευρωπαϊκές κοινωνίες. Οι χειμερινές προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την ευρωπαϊκή οικονομία μιλούν για μια αναιμική ανάπτυξη μέσα στο 2024, μετά από δύο χρόνια με ρυθμούς που φλέρταραν με την ύφεση. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ψήφισε νέο πακέτο βοήθειας 50 δις ευρώ προς την Ουκρανία, τη στιγμή που πολλοί ευρωπαίοι αγρότες είναι με τα τρακτέρ στους αυτοκινητοδρόμους, αλλά και αρκετοί επαγγελματικοί κλάδοι, συνδικάτα κλπ κινητοποιούνται και απεργούν σε σειρά χωρών με οικονομικά αιτήματα. Από την άλλη, ο ΓΓ του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες, μιλώντας γενικά και όχι μόνο για την Ευρώπη, υπενθυμίζει πως είναι “οδυνηρό” το αλόγιστο κυνήγι των εξοπλισμών από κυβερνήσεις σε βάρος της υπερθέρμανσης του πλανήτη και της καταπολέμησης της πείνας. Τέλος, με αφορμή τη φετινή Διάσκεψη Ασφάλειας του Μονάχου, σχετική έρευνα που διενεργείται κάθε χρόνο πριν τη συνάντηση δείχνει ότι η ανησυχία για τον κίνδυνο που θέτει η Μόσχα μειώθηκε σε όλες τις χώρες της G7 και ειδικά για τους Γερμανούς. Έτσι, ενώ η Ρωσία θεωρούνταν ως η υπ’ αριθμόν ένα απειλή στη Γερμανία στην περσινή έκθεση του Δείκτη Ασφαλείας του Μονάχου, τώρα έχει υποχωρήσει στην έβδομη θέση. Η ανησυχία για τη μαζική μετανάστευση και τη ριζοσπαστική ισλαμική τρομοκρατία βρίσκονται πλέον στην κορυφή του καταλόγου των απειλών στη Γερμανία – μια μεταστροφή σε σχέση με το προηγούμενο έτος
ΕΙΝΑΙ ΕΦΙΚΤΗ Η ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΉ ΑΥΤΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ
Πάντως, όπως και να έχει, σύμφωνα με δημοσίευμα του Bloomberg, στα ανώτερα κλιμάκια των θεσμών της ΕΕ είναι κοινό μυστικό ότι η Ευρώπη δεν μπορεί να υπολογίζει πλέον τις ΗΠΑ, όπως στο παρελθόν, για την άμυνά της. Ωστόσο από την επιθυμία μέχρι την αποφασιστικότητα της δημιουργίας στρατιωτικής δύναμης υπάρχει μια απόσταση. Οι συζητήσεις πίσω από τις κλειστές πόρτες στις Βρυξέλλες είναι γεγονός, ωστόσο οι ειδικοί υπολογίζουν ότι χρειάζεται μια δεκαετία για να γίνει η Ευρώπη στρατιωτικά αυτάρκης. Βεβαίως συμβαίνουν μια σειρά από διαφορετικές κινήσεις: ο καγκελάριος της Γερμανίας Όλαφ Σολτς εγκαινίασε πρόσφατα ένα νέο εργοστάσιο πυρομαχικών, κάνοντας λόγο για μια πρωτοβουλία που θα επιτρέψει στη χώρα του να αποκαταστήσει το σχεδόν εξαντλημένο οπλοστάσιο πυροβολικού της. Πρόταση στρατηγικής αμυντικής βιομηχανίας θα παρουσιάσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή τις επόμενες εβδομάδες, όπως ανακοίνωσε η πρόεδρος της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, η οποία είπε επίσης ότι, αν παραμείνει στην προεδρία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και μετά τις επόμενες ευρωεκλογές, σκοπεύει να ορίσει έναν Επίτροπο Άμυνας. Ο δε απερχόμενος πρωθυπουργός της Ολλανδίας Μαρκ Ρούτε, που από πολλούς θεωρείται ως ο επικρατέστερος υποψήφιος για τη θέση του γενικού γραμματέα του ΝΑΤΟ, δήλωσε ότι η Ευρώπη θα πρέπει να σταματήσει να γκρινιάζει για όσα λέει ο Ντόναλντ Τραμπ και, αντιθέτως, να επικεντρωθεί σε όσα θα μπορούσε να κάνει η ίδια για την άμυνά της. Έτσι, τίθεται ξανά το ζήτημα σε τι βαθμό, από πολιτικής, αλλά και τεχνικής/βιομηχανικής απόψεως θα μπορούσε η Ευρώπη να γίνει αυτάρκης αμυντικά και κατά πόσον θα μπορούσε να αποκτήσει μια στρατηγική αυτονομία από τις ΗΠΑ.