- Αλεξάντερ Κούλι
- ΠΗΓΗ: kathimerini.gr
«Προϊόν της επιτυχίας των Ουκρανών στο πεδίο της μάχης» είναι η συνεχιζόμενη στρατιωτική στήριξη που λαμβάνουν από τη Δύση, σύμφωνα με τον καθηγητή Πολιτικών Επιστημών του κολεγίου Μπάρναρντ (Πανεπιστήμιο Columbia), Αλεξάντερ Κούλι. Ο Αμερικανός ακαδημαϊκός, ο οποίος ήταν διευθυντής του Ινστιτούτου Harriman για τη μελέτη της Ρωσίας, της Ευρασίας και της Ανατολικής Ευρώπης (2015-21), μιλάει στην «Κ» επίσης για τη στροφή των Ρεπουμπλικανών κατά της Ουκρανίας, τη μειωμένη επιρροή της Ρωσίας στην Ευρώπη και τη στάση της Ελλάδας στον πόλεμο.
Ο Αλεξάντερ Κούλι βρέθηκε σε κλειστή συνάντηση Ελλήνων και ξένων ειδικών, κυβερνητικών αξιωματούχων και στελεχών διεθνών οργανισμών, που έγινε την περασμένη Τρίτη στην Αθήνα (και παρακολούθησε η «Κ») στην οποία συζητήθηκαν σύνθετα και ζωτικά ζητήματα: Είμαστε θωρακισμένοι απέναντι σε ρωσικές επιχειρήσεις παραπληροφόρησης; Πώς έχει εξελιχθεί η στάση των πολιτών στη Δύση για τον πόλεμο στην Ουκρανία; Στρέφεται το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα κατά του ΝΑΤΟ; Ποιες είναι οι παράμετροι της δύσκολης εξίσωσης της ενεργειακής απεξάρτησης της Ευρώπης από τη Ρωσία;
Στη συνάντηση –η οποία διοργανώθηκε από το Ινστιτούτο Διεθνών Σχέσεων (ΙΔΙΣ) του Παντείου Πανεπιστημίου, σε συνεργασία με το Ινστιτούτο Harriman και το Athens Global Center του Πανεπιστημίου Columbia– αναλύθηκε εκτενώς η στάση της Ελλάδας και της ελληνικής κοινής γνώμης κατά τους τελευταίους 13 μήνες.
– Εχει ενισχυθεί η άποψη στη Δύση ότι η παροχή στρατιωτικής βοήθειας στην Ουκρανία είναι η ταχύτερη οδός προς την ειρήνη; Ή παγιώνεται μια αίσθηση τέλματος, που θα οδηγήσει τις δυτικές δυνάμεις να πιέσουν το Κίεβο να ξεκινήσει ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις;
– Προς το παρόν, φαίνεται ότι εξακολουθεί να υπάρχει συναίνεση πως ο σταδιακός εξοπλισμός της Ουκρανίας οδήγησε στην επιτυχή ανάκτηση του εδάφους της. Ωστόσο, εάν δούμε μια παρατεταμένη κατάσταση τέλματος ή έναν πόλεμο φθοράς, ειδικά αφού το Κίεβο λάβει νέα όπλα, όπως τανκς, τότε οι δυτικοί ηγέτες είναι πιο πιθανό να πιέσουν δημοσίως την ουκρανική κυβέρνηση να εισέλθει σε διαδικασία διαπραγματεύσεων. Η δυτική συναίνεση υπέρ της αποστολής οπλισμού στην Ουκρανία είναι προϊόν της επιτυχίας των Ουκρανών στο πεδίο της μάχης.
– Πόσο σοβαρά πρέπει να λάβουμε τις αντιρρήσεις των υπερδεξιών Ρεπουμπλικανών σχετικά με την περαιτέρω στήριξη της Ουκρανίας; Με δεδομένο ότι τόσο ο Τραμπ όσο και ο Ντε Σάντις σηματοδοτούν τη διαφωνία τους με την υφιστάμενη πολιτική, θα μπορούσαν οι προεδρικές εκλογές του 2024 να κρίνουν εάν οι ΗΠΑ θα συνεχίσουν να υποστηρίζουν την Ουκρανία;
– Ο Ντε Σάντις φαίνεται να έχει αλλάξει τη θέση του ενόψει των προκριματικών για το χρίσμα των Ρεπουμπλικανών, ώστε να ευθυγραμμιστεί με τον Τραμπ στο συγκεκριμένο θέμα. Οι MAGA (Make America Great Again) ψηφοφόροι τείνουν να είναι πιο εθνικιστές και να ανησυχούν για την ασφάλεια των αμερικανικών συνόρων αντί της εξωτερικής πολιτικής. Είναι επίσης δύσπιστοι απέναντι στην Ουκρανία και επιρρεπείς σε θεωρίες συνωμοσίας, όπως ότι ο Ζελένσκι παγίδευσε με κάποιο τρόπο τον Τραμπ κατά τη διάρκεια της τηλεφωνικής τους επικοινωνίας, που ήταν η αιτία της πρώτης διαδικασίας καθαίρεσης του τέως προέδρου των ΗΠΑ, ή σχετικά με την υποτιθέμενη παρέμβαση του Κιέβου στις αμερικανικές εκλογές του 2016. Παίρνοντας αποστάσεις από την Ουκρανία, ο Ντε Σάντις ελπίζει να αφαιρέσει το θέμα από το οπλοστάσιο του Τραμπ στην πιθανή προκριματική τους αναμέτρηση. Αλλά, εάν κερδίσει το χρίσμα, θα πρέπει να υιοθετήσει μια πιο υποστηρικτική στάση. Πάνω από το 60% των Αμερικανών τάσσονται υπέρ της συνεχιζόμενης υποστήριξης της Ουκρανίας.
– Ενα χρόνο μετά τον πόλεμο, πόσο έχει μειωθεί η ικανότητα της Ρωσίας να διαμορφώνει την κοινή γνώμη στην Ευρώπη;
– Εχει μειωθεί σημαντικά η επιρροή της στα μεγάλα κόμματα, παρά τις συνεχείς ρωσικές επιχειρήσεις στο πεδίο της πληροφόρησης και τη συμπάθεια που εξακολουθεί να απολαμβάνει μεταξύ ακροαριστερών και ακροδεξιών κομμάτων. Η Ρωσία υποτίμησε το κόστος που θα είχε για την εικόνα της η εισβολή και η γενοκτονική ρητορική της. Ορισμένοι εξέχοντες Ευρωπαίοι ακροδεξιοί πολιτικοί που αντιτάσσονται στη διατλαντική συμμαχία, κυρίως η Γαλλίδα Μαρίν Λεπέν, απομακρύνθηκαν από τον Πούτιν. Η υπερσυντηρητική πρωθυπουργός της Ιταλίας Τζόρτζια Μελόνι έχει υποστηρίξει σθεναρά τον Ζελένσκι, σε αντίθεση με τους εταίρους της στη Λίγκα που υποστηρίζουν περισσότερο τη Μόσχα.
– Πόσο ανησυχείτε για μια ηττημένη Ρωσία ως πηγή περιφερειακής και παγκόσμιας αστάθειας;
– Θα εξαρτηθεί από το είδος της ήττας. Η Ρωσία μπορεί να κρατήσει κάποια από τα εδαφικά της κέρδη, συμπεριλαμβανομένης της Κριμαίας, αλλά θα αποτελούσε στρατηγική ήττα η ένταξη της Ουκρανίας στην Ε.Ε. και η παροχή εγγυήσεων ασφαλείας από τις μεγάλες ευρωπαϊκές δυνάμεις. Το πάγωμα της σύγκρουσης μπορεί να δελεάσει τον Πούτιν ή τους διαδόχους του να ανασυνταχθούν και να εξαπολύσουν νέα επίθεση στο μέλλον. Χωρίς κάποιο μηχανισμό εσωτερικής λογοδοσίας, που θα τεκμηριώσει τις καταστροφικές συνέπειες των αποφάσεων του Πούτιν, το Κρεμλίνο θα εξετάσει έναν πιθανό επόμενο γύρο εχθροπραξιών.
– Ηταν έκπληξη ότι η Ελλάδα δεν αποδείχθηκε αδύναμος κρίκος στη δυτική συμμαχία κατά της Ρωσίας;
– Ισως εξέπληξε κάποιους, αλλά η Ελλάδα πάντα απολάμβανε τα οφέλη της ένταξης στη δυτική συμμαχία, επικρίνοντας τους δυτικούς θεσμούς εκ των έσω. Θυμηθείτε τη φλογερή ρητορική του Ανδρέα Παπανδρέου κατά των αμερικανικών βάσεων τη δεκαετία του 1980 – αλλά οι εγκαταστάσεις και η συμμετοχή της Ελλάδας στο ΝΑΤΟ άντεξαν. Κάποιοι ανησυχούσαν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα υποστήριζε την άρση των κυρώσεων της Ε.Ε. κατά της Ρωσίας. Αντιθέτως, η κυβέρνηση Τσίπρα εγκαινίασε μια σημαντική νέα εποχή διμερούς συνεργασίας ασφαλείας με τις ΗΠΑ. Ο λαϊκισμός και ο αντιαμερικανισμός είναι διαρκή χαρακτηριστικά της ελληνικής πολιτικής, ωστόσο, σπάνια οδηγούν σε πραγματικές αλλαγές στη φιλοδυτική εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας.